.

.
Πατήστε στην εικόνα για να δείτε το πρόγραμμα

Πέμπτη 26 Μαρτίου 2015

Η τακτική του υπουργού Δικαιοσύνης και η «ενσωματωμένη» δημοσιογραφία

Από την έναρξη της απεργίας πείνας των πολιτικών κρατούμενων, ο Νίκος Παρασκευόπουλος έδειξε ότι προσπαθεί να κάνει ένα χειρισμό που θα του επιτρέψει να ξεφορτωθεί αυτό το «αγκάθι», για να έχει τα χέρια του λυμένα να κάνει τα παζάρια και τους συμβιβασμούς του με το συντηρητικό συρφετό. Εγινε έτσι σαφές, ότι ο αστοφιλελεύθερος νομικός παραχώρησε τη θέση του στον καιροσκόπο πολιτικό που ενδιαφέρεται μόνο για τη μακροημέρευσή του στη θέση εξουσίας που κατάφερε να πάρει.

Στο πλαίσιο αυτής της τακτικής του αποφάσισε να ζητήσει βοήθεια από τα «κινήματα», δηλαδή από ανθρώπους εντός και πέριξ του ΣΥΡΙΖΑ, οι οποίοι –όσο ο ΣΥΡΙΖΑ βρισκόταν στην αντιπολίτευση- είχαν μια ενασχόληση με τα ζητήματα της φυλακής, με τα δικαιώματα των κρατούμενων, με τα ζητήματα των πολιτικών δικών και των πολιτικών κρατούμενων, και εξαιτίας αυτού του λόγου έχουν αποκτήσει την «έξωθεν καλή μαρτυρία». Ετσι, μόλις ξεκίνησε η απεργία πείνας των πολιτικών κρατούμενων, κατέφθασαν στο Δομοκό το μέλος της πολιτικής γραμματείας του ΣΥΡΙΖΑ Π. Λάμπρου (δήλωσε, μάλιστα, σύμβουλος του υπουργού Δικαιοσύνης, χωρίς να έχει τέτοια θεσμική ιδιότητα) και η βουλευτίνα του ΣΥΡΙΖΑ Β. Λέβα, προερχόμενη από το «Δίκτυο για τα Πολιτικά και Κοινωνικά Δικαιώματα», με αποστολή να βολιδοσκοπήσουν τους απεργούς πείνας πολιτικούς κρατούμενους αν θα ήταν διατεθειμένοι να μη συνεχίσουν (μόλις είχαν αρχίσει), αρκούμενοι σε μια δήλωση του υπουργού (αναλυτικά γι’ αυτή την επίσκεψη δείτε εδώ).


Συνειδητοποιώντας ότι αυτό το παρασκηνιακό παιχνίδι δεν απέδωσε, ο Ν. Παρασκευόπουλος εμφανίστηκε τέσσερις μέρες αργότερα, σε συνέντευξή του στην Αντα Ψαρρά (ΕφΣυν, 6.3.15), να ανακοινώνει ότι είναι απόφασή του «η οριστική κατάργηση των φυλακών τύπου Γ που θα περάσει με διάταξη στο πρώτο νομοσχέδιο που θα συζητηθεί αμέσως, ύστερα από εκείνο της ανθρωπιστικής κρίσης». Δε ρωτήθηκε, όμως, πότε ακριβώς θα γίνει αυτό, ενόψει μάλιστα της κλιμακούμενης απεργίας πείνας των πολιτικών κρατούμενων. Δεν ρωτήθηκε γιατί δεν καταθέτει μια τροπολογία στο συγκεκριμένο νομοσχέδιο, το οποίο έτσι κι αλλιώς, στο μεγαλύτερο μέρος του, αφορούσε άλλα ζητήματα (πολυνομοσχέδιο-κουρελού ήταν – το υπέγραφαν ο αντιπρόεδρος και δεκατέσσερις υπουργοί και αναπληρωτές υπουργοί).

Η παράλειψη αυτών των ερωτήσεων δεν ήταν τυχαία. Η ΕφΣυν και η δημοσιογράφος της συμμετείχαν στο σχεδιασμό του Νίκου Παρασκευόπουλου. Αυτό αποδείχτηκε πέραν κάθε αμφιβολίας με ένα επαίσχυντο άρθρο που υπέγραψε η Αντα Ψαρρά και δημοσιεύτηκε στην ΕφΣυν στις 20 Μάρτη (δείτεεδώ).

Το λιγότερο είναι η μετατροπή της δημοσιογράφου και της εφημερίδας σε «ντουντούκα» του υπουργείου Δικαιοσύνης. Αλλωστε, η ΕφΣυν έχει κατακτήσει εδώ και καιρό επαξίως τον τίτλο του ημιεπίσημου οργάνου του ΣΥΡΙΖΑ, πετώντας στα σκουπίδια το φερετζέ που συνήθιζε να φορά η παλιά «Ελευθεροτυπία» μ’ εκείνο το αλησμόνητο μότο «στηρίζουμε την αλλαγή, ελέγχουμε την εξουσία», που είχε μηχανευτεί το δίδυμο Τεγόπουλου-Φυντανίδη. Στο πλαίσιο του νέου δόγματος «στηρίζουμε την κυβέρνηση, ελέγχουμε το λαό», η Α. Ψαρρά αποφαίνεται εισαγωγικά, με ύφος που δεν σηκώνει αντίρρηση, ότι στην απεργία πείνας των πολιτικών κρατούμενων «δόθηκε εκ των πραγμάτων απάντηση με διαφαινόμενη σε σύντομο διάστημα την υλοποίηση των προεκλογικών εξαγγελιών και των δεσμεύσεων του Υπ. Δικαιοσύνης». Και στην αμέσως επόμενη παράγραφο, σε ρόλο Γραφείου Τύπου του Ν. Παρασκευόπουλου, που εκδίδει non paper για να «πάρουν γραμμή» όλοι, γράφει: «Φυσικά ο χρόνος ψήφισης του νομοσχεδίου που η κυβέρνηση άμεσα αναμένεται να προωθήσει θα είναι ο συνήθης χρόνος που κάθε ακόμα και επείγον νομοσχέδιο χρειάζεται μέχρι να ολοκληρωθεί η επεξεργασία και η ψήφιση»!

Οταν κάποιος γνωρίζει στοιχειωδώς τις κοινοβουλευτικές διαδικασίες, δε γράφει τέτοια πράγματα. Επειδή, όμως, ο «πολύς κόσμος» δεν τις γνωρίζει, επιτρέπεται στον κάθε κυβερνητικό προπαγανδιστή να γράφει ό,τι θέλει. Και κυρίως να μην ενημερώνει τον αναγνώστη του γι’ αυτά που κάθε δημοσιογράφος θα έπρεπε να ενημερώνει: σε ποιο στάδιο βρίσκεται σήμερα το νομοσχέδιο, που ακόμη δεν έχει αναρτηθεί στην ιστοσελίδα του υπουργείου; Πότε θα περάσει από το κυβερνητικό συμβούλιο (είναι υποχρεωτικό πλέον), πότε θα δοθεί για διαβούλευση, πότε θα κατατεθεί στη Βουλή, πότε θα ψηφιστεί; Και κυρίως: ποιο ακριβώς θα είναι το περιεχόμενό του;

Τα παραπάνω θα ήταν κατανοητά για μια δημοσιογράφο που ανέλαβε να στηρίξει έναν υπουργό, λειτουργώντας ως «ντουντούκα» του, και για μια εφημερίδα που λειτουργεί ως ημιεπίσημο όργανο της κυβέρνησης. Ομως η Α. Ψαρρά προχώρησε και παραπέρα. Πολύ παραπέρα. Προχώρησε σε κρίσεις καθαρά προβοκατόρικου χαρακτήρα, εμφανίζοντας τους απεργούς πείνας πολιτικούς κρατούμενους σαν άβουλα ή μετεωριζόμενα όντα, που άγονται και φέρονται από την πίεση που τους ασκούν κάποιοι αλληλέγγυοι, οι οποίοι υπηρετούν δικές τους (αντι-ΣΥΡΙΖΑ) πολιτικές σκοπιμότητες! Κατηγορεί δε αυτούς τους αλληλέγγυους ότι αδιαφορούν για την υγεία και τη ζωή των πολιτικών κρατούμενων!

«Φυσικά είναι δικαίωμά τους, αλλά οφείλουν να γνωρίζουν ότι δεν μπορούν να παραβλέπουν τόσο ακραία τις ενδεχόμενες επιπτώσεις τέτοιων επιλογών στις ζωές των άλλων. Η αλληλεγγύη και η συμπαράσταση είναι ένα πράγμα, αλλά η πολιτική σκοπιμότητα και η εκμετάλλευση μιας απεργίας πείνας είναι ένα κάτι εντελώς διαφορετικό», είναι η κατακλείδα του άρθρου της Α. Ψαρρά.

Οι λέξεις «ντροπή» και «λίγη τσίπα» είναι οι πιο επιεικείς που μπορούμε να σκεφτούμε. Δεν είναι η πρώτη φορά που γίνεται απεργία πείνας στις φυλακές και αναπτύσσεται έξω απ’ αυτές κίνημα αλληλεγγύης. Οι όροι είναι καθορισμένοι από παλιά, τους γνωρίζουν οι πάντες και ουδείς προβληματίζεται γι’ αυτούς. Τις αποφάσεις τις παίρνουν οι ίδιοι οι απεργοί πείνας και κανένας άλλος. Δεν πρόκειται, άλλωστε, για μικρά παιδιά, αλλά για αγωνιστές που βρίσκονται στη φυλακή κατηγορούμενοι για βίαιη αντικαπιταλιστική δράση. Είναι πολιτικά πρόσωπα, έχουν πολιτικά κριτήρια, έχουν τις πολιτικές επαφές τους έξω από τη φυλακή, μιλούν, σκέφτονται, διαβουλεύονται με το κίνημα αλληλεγγύης, ακούνε γνώμες, αλλά αυτοί αποφασίζουν. Και οι αποφάσεις τους, βέβαια, κρίνονται, όπως κρίνεται κάθε πολιτική απόφαση. Και όταν αρχίζουν μια απεργία πείνας και όταν την σταματούν. Οπως κρίνονται και οι αποφάσεις και οι δράσεις του κινήματος αλληλεγγύης. Σ’ ένα ζωντανό κίνημα υπάρχει πάντοτε συζήτηση, ακόμη και αντιπαράθεση. Ομως, η διαδικασία με την οποία παίρνονται οι αποφάσεις είναι πάντοτε σαφής και καθορισμένη.

Μπορεί οι «ενσωματωμένοι» δημοσιογράφοι του ΣΥΡΙΖΑ να μην είχαν οργανική σχέση με τέτοιες διαδικασίες, όμως ξέρουν πολύ καλά τι ισχύει και τι γίνεται. Ξέρουν, κυρίως, πόσο μεγάλη είναι η αγωνία των αλληλέγγυων για τη ζωή και την υγεία των εκάστοτε απεργών πείνας κι ότι η προστασία τους είναι το κύριο μέλημά τους. Δεν είναι λίγες οι φορές που ο φόβος των αλληλέγγυων είναι μεγαλύτερος από το φόβο των ίδιων των απεργών πείνας για την υγεία και τη ζωή τους.

Οταν, λοιπόν, η Α. Ψαρρά κάνει λόγο για αλληλέγγυους που «βάζουν σε κίνδυνο ακόμα και τους “συντρόφους” τους για τους οποίους αγωνίζονται» και οι οποίοι ικανοποιούν τις πολιτικές τους σκοπιμότητες «παίζοντας με τη ζωή των απεργών πείνας», όταν ισχυρίζεται ότι ειδικά σ’ αυτή την απεργία πείνας δε γίνεται αυτό που γινόταν έως τώρα, δηλαδή να έχουν την πρωτοβουλία οι ίδιοι οι απεργοί πείνας, ξεπέφτει στο επίπεδο του κοινού προβοκάτορα, ο οποίος προσπαθεί να ασκήσει ιδεολογικό εκφοβισμό και στο κίνημα αλληλεγγύης και στους απεργούς πείνας πολιτικούς κρατούμενους.

Δικαιούμαστε λοιπόν να ρωτήσουμε: η Α. Ψαρρά ενδιαφέρεται περισσότερο για την υγεία και τη ζωή των απεργών πείνας ή για τις δυσκολίες που η απεργία πείνας δημιουργεί στον υπουργό Δικαιοσύνης και τη συγκυβέρνηση Τσίπρα-Καμμένου; Μια γενναία αυτοκριτική από την ίδια και τη δημοσιογραφική ομάδα που ανήκει («Ιός») είναι το ελάχιστο ζητούμενο.

πηγή: eksegersi.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου